Greek Meaning of natural immunity
Φυσική ανοσία
Other Greek words related to Φυσική ανοσία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of natural immunity
- natural history => Φυσική ιστορία
- natural glass => Φυσικό γυαλί
- natural gas => φυσικό αέριο
- natural fibre => Φυσικές ίνες
- natural fiber => φυσικές ίνες
- natural family planning => Φυσικός οικογενειακός προγραμματισμός
- natural event => Φυσικό γεγονός
- natural endowment => Φυσικό χάρισμα
- natural enclosure => Φυσικό περίφραγμα
- natural elevation => φυσική έξαρση
- natural language => Φυσική γλώσσα
- natural language processing => Επεξεργασία φυσικής γλώσσας
- natural language processing application => Εφαρμογή επεξεργασίας φυσικής γλώσσας
- natural language processor => Επεξεργαστής Φυσικής Γλώσσας
- natural law => φυσικός νόμος
- natural logarithm => Φυσικός λογάριθμος
- natural number => Φυσικός αριθμός
- natural object => Φυσικό αντικείμενο
- natural order => φυσική σειρά
- natural phenomenon => Φυσικό φαινόμενο
Definitions and Meaning of natural immunity in English
natural immunity (n)
immunity to disease that occurs as part of an individual's natural biologic makeup
FAQs About the word natural immunity
Φυσική ανοσία
immunity to disease that occurs as part of an individual's natural biologic makeup
No synonyms found.
No antonyms found.
natural history => Φυσική ιστορία, natural glass => Φυσικό γυαλί, natural gas => φυσικό αέριο, natural fibre => Φυσικές ίνες, natural fiber => φυσικές ίνες,