Greek Meaning of natural law
φυσικός νόμος
Other Greek words related to φυσικός νόμος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of natural law
- natural language processor => Επεξεργαστής Φυσικής Γλώσσας
- natural language processing application => Εφαρμογή επεξεργασίας φυσικής γλώσσας
- natural language processing => Επεξεργασία φυσικής γλώσσας
- natural language => Φυσική γλώσσα
- natural immunity => Φυσική ανοσία
- natural history => Φυσική ιστορία
- natural glass => Φυσικό γυαλί
- natural gas => φυσικό αέριο
- natural fibre => Φυσικές ίνες
- natural fiber => φυσικές ίνες
- natural logarithm => Φυσικός λογάριθμος
- natural number => Φυσικός αριθμός
- natural object => Φυσικό αντικείμενο
- natural order => φυσική σειρά
- natural phenomenon => Φυσικό φαινόμενο
- natural philosophy => Φυσική Φιλοσοφία
- natural process => φυσική διεργασία
- natural resin => Φυσική ρητίνη
- natural resource => Φυσικοί πόροι
- natural resources => Φυσικοί πόροι
Definitions and Meaning of natural law in English
natural law (n)
a rule or body of rules of conduct inherent in human nature and essential to or binding upon human society
FAQs About the word natural law
φυσικός νόμος
a rule or body of rules of conduct inherent in human nature and essential to or binding upon human society
No synonyms found.
No antonyms found.
natural language processor => Επεξεργαστής Φυσικής Γλώσσας, natural language processing application => Εφαρμογή επεξεργασίας φυσικής γλώσσας, natural language processing => Επεξεργασία φυσικής γλώσσας, natural language => Φυσική γλώσσα, natural immunity => Φυσική ανοσία,