Greek Meaning of scroungy
ατημέλητος
Other Greek words related to ατημέλητος
Nearest Words of scroungy
Definitions and Meaning of scroungy in English
scroungy
being shabby, dirty, or unkempt
FAQs About the word scroungy
ατημέλητος
being shabby, dirty, or unkempt
αγκαθωτός,ατημέλητος,φθαρμένος,ατημέλητος,φτωχός,κουρελιασμένος,κουρελιασμένος,κουρελιασμένος,φθαρμένος,φθαρμένος
στολισμένος,φανταχτερός,ντυμένη στην πένα,ντυμένος
scrounging => ζητιανιά, scrounged => έπιασα, scriveners => γραμματείς, scriptwriters => Σεναριογράφοι, scrips => σενάρια,