FAQs About the word tattered

κουρελιασμένος

worn to shreds; or wearing torn or ragged clothing, ruined or disruptedof Tatter

κουρελιασμένος,φθαρμένος στους αγκώνες,με σκισμένους αγκώνες,κουρελιασμένος,ατημέλητος,φθαρμένος,αγκαθωτός,ατημέλητος,κατεστραμμένος,φτωχός

στολισμένος,φανταχτερός,ντυμένη στην πένα,ντυμένος

tatterdemalion => κουρελιασμένος, tatter => κουρέλι, tatta => Τατα, tatt => Τατ, tatouhou => τατουάζ,