FAQs About the word snuffling

γρυλίζοντας

liable to sniffle

αναπνοή,Πρόσληψη οσμής,ροχαλητό,ροχαλητό,σβήσιμο ,φύσημα (έξω),λαχανιάζοντας,σνιφάρισμα,λαχανιασμένος,Φουσκωμένος

ασφυξία,ναυτία,ασφυκτικός,ασφυκτικός,ασφυκτικός,αποπνικτικός

snuffler => Μυρίστης, snuffle => μουρμουρίζω, snuffers => σβηστήρι, snuffer => σβηστήρι, snuff-colour => Χρώμα ταμπάκου,