Greek Meaning of cavalierism

ιπποτισμός

Other Greek words related to ιπποτισμός

Definitions and Meaning of cavalierism in English

Webster

cavalierism (n.)

The practice or principles of cavaliers.

FAQs About the word cavalierism

ιπποτισμός

The practice or principles of cavaliers.

αλαζόνας,υποτιθέμενος,αυταρχικός,φαντασμένος,με στήθος,κυρίαρχος,Αφέντης,Υπερόπτης,υψηλοπετών,υπερόπτης

ντροπαλός,διστακτικός,ταπεινός,ταπεινός,σεμνός,ντροπιασμένος,ντροπαλός,ήρεμος,ντροπαλός,ανεπιτήδευτος

cavalierish => καβαλιέρος, cavalier hat => Καβαλιέρος, cavalier => καβαλάρης, cavalero => καβαλάρης, cavalcade => καβαλκάδα,