Greek Meaning of chesty

με στήθος

Other Greek words related to με στήθος

Definitions and Meaning of chesty in English

Wordnet

chesty (s)

marked by a large or well-developed chest

having or showing feelings of unwarranted importance out of overbearing pride

FAQs About the word chesty

με στήθος

marked by a large or well-developed chest, having or showing feelings of unwarranted importance out of overbearing pride

αλαζόνας,υποτιθέμενος,αυταρχικός,φαντασμένος,καβαλάρης,κυρίαρχος,κυρίαρχος,Αφέντης,Υπερόπτης,υψηλοπετών

ντροπαλός,κόσμιος,διστακτικός,ταπεινός,Εσωστρεφής,ταπεινός,σεμνός,Τον ποντικό,παθητικός,ντροπιασμένος

chestnut-coloured => καστανό, chestnut-colored => Καστανό, chestnut-brown => Έγχρωμο κάστανο, chestnut-bark disease => Καρκίνος φλοιού καστανιάς, chestnut tree => Καστανιά,