Greek Meaning of castrating

Ευνουχίζω

Other Greek words related to Ευνουχίζω

Definitions and Meaning of castrating in English

Webster

castrating (p. pr. & vb. n.)

of Castrate

FAQs About the word castrating

Ευνουχίζω

of Castrate

αποστράγγιση,εξαντλητικός,εξασθένιση,Φορεμένος,λοβοτομία,απονομευτικά,απόσβεση,Απόσβεση,νεκρωτικό,αποξηραίνω

διεγερτικός,ενθαρρυντικός,φόρτιση,ενεργειακός,αναζωογονητικός,γαλβανισμός,τονωτικός,επιτάχυνση,διεγερτικός,διεγερτικό

castrated => ευνουχισμένος, castrate => Ευνουχίζω, castrametation => στρατοπέδευση, castor-oil plant => Ρικινόδεντρο, castoroides => Κάστορες,