Greek Meaning of instigating

υποκινητικός

Other Greek words related to υποκινητικός

Definitions and Meaning of instigating in English

Webster

instigating (p. pr. & vb. n.)

of Instigate

FAQs About the word instigating

υποκινητικός

of Instigate

φορτισμένος,παρακινητικό,προκλητικός,προκλητικός,συναρπαστικός,υποκινητικός,επαγωγική,εξεγερτικός,ενθαρρυντικός,κινητοποιητικός

μη φλεγμονώδης,δαμάζοντας

instigated => υποκίνησε, instigate => υποκινώ, instigant => υποκινητής, instep => επιτάρσιο, insteeping => Εμποτισμός,