Greek Meaning of motivative
κινητοποιητικός
Other Greek words related to κινητοποιητικός
- παρακινητικό
- ενθαρρυντικός
- ζωοποιητικό
- ενεργοποίηση
- ενεργειακός
- επαγωγική
- ενθαρρυντικός
- εμπνευσμένος
- σκανδάλη
- επιδεινούμενος
- θυμωμένος
- ενοχλητικό
- ενοχλητικός
- φορτισμένος
- Εξαγριωτικό
- εκνευριστικός
- συναρπαστικός
- φλογερός
- Ενοχλητικός
- γαλβανισμός
- φλεγμονώδης
- ενοχλητικός
- ερεθιστικός
- τρελός
- ενοχλητικός
- προκλητικός
- προκλητικός
- επιτάχυνση
- διεγερτικό
- αναστατωτικός
- ενοχλητικός
- ενοχλητικός
Nearest Words of motivative
- motivational => ενθαρρυντικός
- motivation => κίνητρο
- motivating => παρακινητικό
- motivated => παρακινημένος
- motivate => παρακινεί
- motion-picture show => Κινηματογραφική προβολή
- motion-picture photography => Κινηματογραφική φωτογραφία
- motion-picture film => Ταινία κινηματογράφου
- motion-picture fan => Φιλότεχνης
- motion-picture camera => κινηματογραφική μηχανή
Definitions and Meaning of motivative in English
motivative (s)
impelling to action
FAQs About the word motivative
κινητοποιητικός
impelling to action
παρακινητικό,ενθαρρυντικός,ζωοποιητικό,ενεργοποίηση,ενεργειακός,επαγωγική,ενθαρρυντικός,εμπνευσμένος,σκανδάλη,επιδεινούμενος
μη φλεγμονώδης,δαμάζοντας
motivational => ενθαρρυντικός, motivation => κίνητρο, motivating => παρακινητικό, motivated => παρακινημένος, motivate => παρακινεί,