Greek Meaning of piquing
πικάν
Other Greek words related to πικάν
- φορτισμένος
- συναρπαστικός
- παρακινητικό
- προκλητικός
- προκλητικός
- αιχμηρός
- υποκινητικός
- επαγωγική
- εμπνευσμένος
- υποκινητικός
- ενθαρρυντικός
- κινητοποιητικός
- διεγερτικό
- σκανδάλη
- ενεργοποίηση
- επιδεινούμενος
- θυμωμένος
- ενοχλητικό
- ενοχλητικός
- ενεργειακός
- Εξαγριωτικό
- εκνευριστικός
- φλογερός
- γαλβανισμός
- φλεγμονώδης
- ενθαρρυντικός
- εξεγερτικός
- ενοχλητικός
- ερεθιστικός
- κοροϊδευτική
- τρελός
- ενοχλητικός
- επιτάχυνση
- ειρωνικός
- πειράγματα
- αναστατωτικός
- ενοχλητικός
- ενοχλητικός
- ζωοποιητικό
Nearest Words of piquing
Definitions and Meaning of piquing in English
piquing (p. pr. & vb. n.)
of Pique
FAQs About the word piquing
πικάν
of Pique
φορτισμένος,συναρπαστικός,παρακινητικό,προκλητικός,προκλητικός,αιχμηρός,υποκινητικός,επαγωγική,εμπνευσμένος,υποκινητικός
μη φλεγμονώδης,δαμάζοντας
piquet => περίπολος, piqueria => Πικρεία, piqueer => επηρεάζω, piqued => ερεθισμένος, pique => εκνευρίζω,