Greek Meaning of resurrecting
ανάσταση
Other Greek words related to ανάσταση
Nearest Words of resurrecting
Definitions and Meaning of resurrecting in English
resurrecting
to bring to view, attention, or use again, to raise from the dead, to bring to attention or into use again
FAQs About the word resurrecting
ανάσταση
to bring to view, attention, or use again, to raise from the dead, to bring to attention or into use again
ανανέωση,αναβιωτικό,αναζωογονητικός,επαναφόρτιση,αναγεννητικός,αναζωογονητικός,αναζωπυρώνω,επανεκκίνηση,αναζωογονώντας,αναζωογονητικός
κατασταλτικός,κατάσβεση,σκλήρυνση
resurrected => αναστημένος, resurgences => πηγή, resurfacing => Επαναστρώσιμο, resurfaced => αναδύθηκε ξανά, resupplying => ανεφοδιασμός,