Greek Meaning of pre-eminently
εξαιρετικά
Other Greek words related to εξαιρετικά
- μεγάλος
- αρχηγός
- κυρίαρχος
- πρώτο
- ο σημαντικότερος
- μεγαλύτερος
- κορυφαία
- κύριος
- κυρίαρχος
- πρωτεύον
- διευθυντής
- Ανώτατος
- υψηλότερος
- Κεφάλαιο
- καρδινάλιος
- κεντρικός
- εξαίρετος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- κλειδί
- κύριος
- επικράτηση
- Ανώτατος
- Πρωθυπουργός
- πρωτόγονος
- προηγούμενος
- κυρίαρχος
- κορυφαίο
- Αριθμός 1
- Τόξο
- γιορτάζεται
- εξέχον
- διάσημος
- διάσημος
- Μεγάλος
- υψηλού επιπέδου
- διαπρεπής
- σημαντικός
- ασύγκριτος
- επιδραστικός
- μεγάλος
- απαράμιλλος
- ισχυρός
- σημαντικός
- ευγενής
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- αριθμός ένα
- Εξαιρετικός
- αλαζόνας
- περίβλεπτος
- Διάσημος
- ηλικιωμένος, -η, -ο
- Σήμα
- σημαντικός
- αστέρι
- αστρικός
- ανώτερος
- απαράμιλλος
- ασυναγώνιστος
- ασύγκριτος
- απαράμιλλος
- αριθμός ένα
- συντριπτικός
- κυρίαρχος
Nearest Words of pre-eminently
- preemployment training program => Πρόγραμμα κατάρτισης πριν την πρόσληψη
- preempt => προλαμβάνω
- pre-empt => προλαμβάνω
- preemption => προτίμηση
- pre-emption => προαγορά
- preemptive => προληπτικός
- pre-emptive => προληπτικός
- preemptive bid => Προληπτική προσφορά
- preemptive right => Προτιμησιακό δικαίωμα
- pre-emptive strike => Προληπτικό κτύπημα
Definitions and Meaning of pre-eminently in English
pre-eminently (r)
to a preeminent degree; with superiority or distinction above others; in a preeminent manner
FAQs About the word pre-eminently
εξαιρετικά
to a preeminent degree; with superiority or distinction above others; in a preeminent manner
μεγάλος,αρχηγός,κυρίαρχος,πρώτο,ο σημαντικότερος,μεγαλύτερος,κορυφαία,κύριος,κυρίαρχος,πρωτεύον
τελευταίο,λιγότερο,κατώτερος,ασήμαντος,ανήλικος,αμελητέος,δευτερεύων,ελαφρύ,υφιστάμενος,ασήμαντος
preeminently => εξέχουσα, preeminent => εξέχων, preeminence => υπεροχή, preemie => Πρόωρο, pre-eclampsia => Προεκλαμψία,