Greek Meaning of star
αστέρι
Other Greek words related to αστέρι
- δέσμη
- γαλαξίας
- φωτιστικό
- Ήλιος
- Αστερισμός
- σφαίρα
- Υπερνέας
- Δυαδικό αστέρι
- Καφέ νάνος
- νάνος
- απλανής αστέρας
- γκάζι
- γίγας αστέρας
- Πολικός αστέρας
- πόλος
- Άστρο νετρονίων
- Νόβα
- Πάλσαρ
- κουάζαρ
- κόκκινος νάνος
- κόκκινος γίγαντας
- κόκκινο αστέρι
- Νάνος Β
- Υπερσμήνος γαλαξιών
- υπεργίγαντας
- μεταβλητή
- Μεταβλητός αστέρας
- Λευκός νάνος
Nearest Words of star
- star anise => Γλυκάνισος
- star aniseed => γλυκάνισο
- star apple => ασπρομηλιά
- star begonia => Αστεροειδής βεγόνα
- star chamber => Αστρικό Επιμελητήριο
- star chart => Αστρικός χάρτης
- star divination => Αστρολογία
- star drift => Αστρική παράλλαξη
- star drill => Αστεροειδής τρυπάνι
- star earthball => Αστρική υδρόγειος
Definitions and Meaning of star in English
star (n)
(astronomy) a celestial body of hot gases that radiates energy derived from thermonuclear reactions in the interior
someone who is dazzlingly skilled in any field
any celestial body visible (as a point of light) from the Earth at night
an actor who plays a principal role
a plane figure with 5 or more points; often used as an emblem
a performer who receives prominent billing
a star-shaped character * used in printing
the topology of a network whose components are connected to a hub
star (v)
feature as the star
be the star in a performance
mark with an asterisk
star (s)
indicating the most important performer or role
FAQs About the word star
αστέρι
(astronomy) a celestial body of hot gases that radiates energy derived from thermonuclear reactions in the interior, someone who is dazzlingly skilled in any fi
δέσμη,γαλαξίας,φωτιστικό,Ήλιος,Αστερισμός,σφαίρα,Υπερνέας,Δυαδικό αστέρι,Καφέ νάνος,νάνος
επιπλέον,υπαριθμητικός
stapling machine => συρραπτικό, stapler => Κολλητική μηχανή, staplegun => Συνδετήρας, staple gun => Συρραπτικό, staple fibre => στάσιμο ίνες,