Greek Meaning of cluster
δέσμη
Other Greek words related to δέσμη
- Πίνακας
- συναρμολόγηση
- παρτίδα
- Μπαταρία
- δέσμη
- συστάδα
- συλλογή
- Αστερισμός
- ομάδα
- ομαδοποίηση
- πολύ
- πακέτο
- σετ
- συσσώρευση
- συσσωμάτωση
- ποικιλία
- Συγκρότημα
- τράπεζα
- μπλοκ
- Θρόμβος
- συμπλέκτης
- ομάδα
- κόμπος
- Μείγμα
- δέμα
- σειρά
- σουίτα
- ποικιλία
- συσσώρευση
- σύνολο
- συσσωμάτωμα
- κύκλος
- μίγμα
- ανακάτεμα
- ανάμεικτα
- κλήση
- ψιλοπράγματα
- Πλήθος
- τρέχω
- κοστούμι
- διάφορα
- Όλα τα καλά
Nearest Words of cluster
- cluster bean => Κόκκινα φασολάκια
- cluster bomblet => βόμβα διασποράς
- cluster headache => Σύνδρομο κεφαλαλγίας σε τάξεις
- cluster of differentiation 4 => συστάδα διαφοροποίησης 4
- cluster of differentiation 8 => Διαφορικός συσσωρευτής 8
- clustered => ομαδοποιημένο
- clustered bellflower => Καμπανούλες
- clustered lady's slipper => Γυναικείο σακουλάκι
- clustered poppy mallow => Μοσχοϊβίσκος
- clustering => συσσωμάτωση
Definitions and Meaning of cluster in English
cluster (n)
a grouping of a number of similar things
cluster (v)
come together as in a cluster or flock
gather or cause to gather into a cluster
cluster (n.)
A number of things of the same kind growing together; a bunch.
A number of similar things collected together or lying contiguous; a group; as, a cluster of islands.
A number of individuals grouped together or collected in one place; a crowd; a mob.
cluster (v. i.)
To grow in clusters or assemble in groups; to gather or unite in a cluster or clusters.
cluster (v. t.)
To collect into a cluster or clusters; to gather into a bunch or close body.
FAQs About the word cluster
δέσμη
a grouping of a number of similar things, come together as in a cluster or flock, gather or cause to gather into a clusterA number of things of the same kind gr
Πίνακας,συναρμολόγηση,παρτίδα,Μπαταρία,δέσμη,συστάδα,συλλογή,Αστερισμός,ομάδα,ομαδοποίηση
Οντότητα,αντικείμενο,μονάδα,ανύπαντρος
clusiaceae => Κλουσιίδες, clusia rosea => Δεν ξέρω, clusia major => Κλούσια η μεγάλη, clusia insignis => Εντυπωσιακή Κλουσία, clusia flava => Κλούσια φλάβα,