Greek Meaning of passel
Πλήθος
Other Greek words related to Πλήθος
- Πίνακας
- συναρμολόγηση
- παρτίδα
- δέσμη
- δέσμη
- συλλογή
- Αστερισμός
- ομάδα
- ομαδοποίηση
- πολύ
- συσσώρευση
- ποικιλία
- Συγκρότημα
- τράπεζα
- Μπαταρία
- μπλοκ
- συστάδα
- συμπλέκτης
- ομάδα
- ανακάτεμα
- Μείγμα
- κλήση
- πακέτο
- δέμα
- σειρά
- σετ
- σουίτα
- ποικιλία
- συσσώρευση
- σύνολο
- συσσωμάτωση
- Θρόμβος
- συσσωμάτωμα
- μίγμα
- κόμπος
- ανάμεικτα
- ψιλοπράγματα
- κοστούμι
- διάφορα
- Όλα τα καλά
Nearest Words of passel
- passement => Πασμαντέρια
- passementerie => πασμαντέρι
- passenger => επιβάτης
- passenger car => επιβατικό αυτοκίνητο
- passenger mile => επιβατοχιλιόμετρο
- passenger mileage => επιβατικά χιλιόμετρα
- passenger pigeon => επίγειο περιστέρι
- passenger ship => Επιβατηγό πλοίο
- passenger train => Επιβατικό τρένο
- passenger van => επιβατικό αυτοκίνητο
Definitions and Meaning of passel in English
passel (n)
(often followed by `of') a large number or amount or extent
FAQs About the word passel
Πλήθος
(often followed by `of') a large number or amount or extent
Πίνακας,συναρμολόγηση,παρτίδα,δέσμη,δέσμη,συλλογή,Αστερισμός,ομάδα,ομαδοποίηση,πολύ
Οντότητα,αντικείμενο,μονάδα,ανύπαντρος
passegarde => πασπαρτού, passee => παρελθόν, passed ball => Μπάλες που χάνονται, passed => πέρασε, passe partout => Πανκλείδι (Pankleidi),