Greek Meaning of greatest
μεγαλύτερος
Other Greek words related to μεγαλύτερος
- μεγάλος
- κυρίαρχος
- πρώτο
- ο σημαντικότερος
- κύριος
- κυρίαρχος
- πρωτεύον
- υψηλότερος
- Κεφάλαιο
- καρδινάλιος
- κεντρικός
- αρχηγός
- μεγάλος, καταπληκτικός
- κλειδί
- κορυφαία
- μεγάλος
- κύριος
- Εξαιρετικός
- επικράτηση
- Ανώτατος
- Πρωθυπουργός
- πρωτόγονος
- διευθυντής
- προηγούμενος
- κυρίαρχος
- Ανώτατος
- Τόξο
- γιορτάζεται
- εξαίρετος
- εξέχον
- διάσημος
- διάσημος
- Μεγάλος
- υψηλού επιπέδου
- διαπρεπής
- σημαντικός
- ασύγκριτος
- επιδραστικός
- απαράμιλλος
- ισχυρός
- σημαντικός
- ευγενής
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- αριθμός ένα
- αλαζόνας
- εξέχων
- περίβλεπτος
- Διάσημος
- ηλικιωμένος, -η, -ο
- Σήμα
- σημαντικός
- αστέρι
- αστρικός
- ανώτερος
- κορυφαίο
- απαράμιλλος
- ασυναγώνιστος
- ασύγκριτος
- απαράμιλλος
- Αριθμός 1
- αριθμός ένα
- συντριπτικός
- κυρίαρχος
Nearest Words of greatest
- greater yellowlegs => Κιρκινέζι
- greater whitethroat => ακανθότσιχλα
- greater water parsnip => Σελινοκάλαμο το πλατύφυλλο
- greater swiss mountain dog => Μεγάλος ελβετικός ποιμενικός των Άλπεων
- greater sunda islands => Μεγάλες Σούνδες
- greater stitchwort => Φιβρίχος γονοδενδρίτης
- greater spearwort => Χοντρολίμνιο
- greater scaup => Πολύτριχα
- greater rhomboid muscle => Μείζων ρομβοειδής μυς
- greater prairie chicken => Μεγάλος πρατηρίτης κοτόπουλος
- greatest common divisor => Μέγιστος κοινός διαιρέτης
- greatest common factor => Μέγιστος κοινός διαιρέτης
- great-grandchild => δισέγγονος
- great-granddaughter => Δισεγγονή
- great-grandfather => προπάππους
- great-grandmother => Προγιαγιά
- great-grandson => δισέγγονος
- greathearted => μεγαλόκαρδος
- great-hearted => γενναιόδωρος
- great-heartedness => μεγαλοψυχία
Definitions and Meaning of greatest in English
greatest (s)
highest in quality
FAQs About the word greatest
μεγαλύτερος
highest in quality
μεγάλος,κυρίαρχος,πρώτο,ο σημαντικότερος,κύριος,κυρίαρχος,πρωτεύον,υψηλότερος,Κεφάλαιο,καρδινάλιος
τελευταίο,λιγότερο,ασήμαντος,ανήλικος,αμελητέος,δευτερεύων,ελαφρύ,ασήμαντος,ασήμαντο,εγγύηση
greater yellowlegs => Κιρκινέζι, greater whitethroat => ακανθότσιχλα, greater water parsnip => Σελινοκάλαμο το πλατύφυλλο, greater swiss mountain dog => Μεγάλος ελβετικός ποιμενικός των Άλπεων, greater sunda islands => Μεγάλες Σούνδες,