Greek Meaning of grubbing

ανασκαφή

Other Greek words related to ανασκαφή

Definitions and Meaning of grubbing in English

Webster

grubbing (p. pr. & vb. n.)

of Grub

FAQs About the word grubbing

ανασκαφή

of Grub

εργαζόμενος,προσπαθώντας,αγωνιζόμενος,λειτουργική,κοπιαστικός,προσπαθώντας,εκφοβισμός,βιαστικός,κουραστικός,αργός

σπάσιμο,άστεγος,ανατριχιαστικός,αναβάλλω,ρελαντί,τεμπελιά,τεμπελιάζω,ξεκούραστος,αποφυγή,χαλάρωση

grubbiness => βρομιά, grubbily => βρώμικα, grubber => χορτοκοπτικό, grubbed => ξεθάφτηκε, grub up => βρείτε φαγητό,