Greek Meaning of hacking (around)
χακάρισμα (γύρω)
Other Greek words related to χακάρισμα (γύρω)
- μαλακίες (έξω)
- Κρεμασμένο (γύρω ή έξω)
- να κρέμεται
- χαλαρώνει
- Χαμένος χρόνος
- χάσιμο
- άστεγος
- ανατριχιαστικός
- αναβάλλω
- κωλυσιεργία
- βόμβος
- ασήμαντος
- ρελαντί
- τεμπελιά
- επίμονος
- τεμπελιάζω
- τεμπέλιασε
- ανοησίες
- παίζοντας
- σκουντούμπι
- χαλαρωτικό
- ξεκούραστος
- ολιγωρία
- πείραγμα (με)
- κλωτσώντας γύρω
- τεμπέλης
- καθαρισμός
- τριγυρνώ
- αμπαλάρεται (γύρω γύρω)
- βολτάροντας
- γυρίζω το δαχτυλάκι μου
- πλανόδιος
- νυσταγμένος
- αστείος
- χειμάζοντας
- καθυστερημένο
- Στέκομαι ακίνητος
- προσομοίωση
- ασήμαντο
- Περίπατος
- ασήμαντος
- θερινή νάρκη
- Θέρος ύπνος
- πιθηκισμοί
- βραδέως
Nearest Words of hacking (around)
- hacking (off) => χάκινγκ (απενεργοποίηση)
- hackney coaches => μισθωμένα οχήματα
- hacks => χάκς
- hacks (off) => κόβω (με κόπο)
- hacksawed => κομμένος με σιδηροπρίονο
- hacksawing => Σιδηροπρίονο
- hacksaws => σιδηροπρίονα
- had a go at => προσπάθησε
- had a grip on => είχε δύναμη πάνω σε
- had a soft spot for => έχω μια αδυναμία για
Definitions and Meaning of hacking (around) in English
hacking (around)
No definition found for this word.
FAQs About the word hacking (around)
χακάρισμα (γύρω)
μαλακίες (έξω),Κρεμασμένο (γύρω ή έξω),να κρέμεται,χαλαρώνει,Χαμένος χρόνος,χάσιμο,άστεγος,ανατριχιαστικός,αναβάλλω,κωλυσιεργία
υποβάλλων αίτηση,άλεση,ανασκαφή,βιαστικός,εργαζόμενος,αργός,όργωμα,Συνδέοντας,ενασχολούμαι με το σκλάβωμα,εφίδρωση
hacked (off) => χackearisμένο, hacked (around) => χακαρισμένο (γύρω), hack (off) => κόβω (off), hack (around) => Παρακάμπτω (γύρω), haciendas => χασιένδες,