Greek Meaning of applying

υποβάλλων αίτηση

Other Greek words related to υποβάλλων αίτηση

Definitions and Meaning of applying in English

Webster

applying (p. pr. & vb. n.)

of Apply

FAQs About the word applying

υποβάλλων αίτηση

of Apply

Ανήκων,αναφερόμενο,σχετικός,σχετικά,επηρεάζοντας,ανήκων,Σύνδεση,ρουλεμάν,συνδεόμενο,σύζευξη

κωλυσιεργία,πείραγμα (με),χαβαλές,ρελαντί,αστειεύομαι,παίζοντας,αμπαλάρεται (γύρω γύρω),ασήμαντος,αναβάλλω,ολιγωρία

apply => εφαρμόζω, applotting => συνωμοσία, applotted => κατανεμημένος, applotment => allotmen, applot => κατανέμω,