Greek Meaning of appointing
διορισμός
Other Greek words related to διορισμός
Nearest Words of appointing
Definitions and Meaning of appointing in English
appointing (p. pr. & vb. n.)
of Appoint
FAQs About the word appointing
διορισμός
of Appoint
διάταξη,επιλέγω,ορίζοντας,ίδρυση,ονοματοδοτώντας,συγκομιδή,επιλογή,ρύθμιση,υιοθεσία,ανακοινώνω
εκφόρτωση,απορρίπτω,Απέλαση,απόλυση,Απομάκρυνση,εκθρόνιση,εκθρόνιση,μετατοπίζοντας,εκτίναξη,έξωση
appointer => εκλεκτορικό σώμα, appointee => διοριζόμενος, appointed => διορισμένος, appointable => διορίσιμος, appoint => διορίζω,