Greek Meaning of deposing

εκθρόνιση

Other Greek words related to εκθρόνιση

Definitions and Meaning of deposing in English

Webster

deposing (p. pr. & vb. n.)

of Depose

FAQs About the word deposing

εκθρόνιση

of Depose

στερητικός,εκθρόνιση,απορρίπτω,μετατοπίζοντας,ανατροπή,απόλυση,ανατροπή,καθαίρεση,εξορία,αποβολή από το ιερατικό

διορισμός,βαπτίζοντας,στέψη,εκλογές,ενθρόνιση,εγκαινιάζοντας,έναρξη,εγκατάσταση,επενδύσεις,βάπτιση

deposer => καταθέτης, deposed => καθαιρεθέν, depose => καθαιρώ, deposal => καθαίρεση, deposable => καταθέσιμο,