Greek Meaning of cashiering

ταμιακή μηχανή

Other Greek words related to ταμιακή μηχανή

Definitions and Meaning of cashiering in English

Webster

cashiering (p. pr. &vb. n.)

of Cashier

FAQs About the word cashiering

ταμιακή μηχανή

of Cashier

απορρίπτω,απόλυση,Απομάκρυνση,συνταξιοδότηση,απόλυση,τσεκούρι,κονσερβοποίηση,εκφόρτωση,μείωση προσωπικού,αποστράτευση

απασχολούν,Συμμετοχικός,πρόσληψη,φύλαξη,διατήρηση,υπογραφή (πάνω ή πάνω),αναλαμβάνοντας,σύναψη σύμβασης,προσλήψεις,Επανάληψη

cashierer => Ταμίας, cashier => Ταμίας, cashew tree => Καρυδιά κάσιους, cashew nut => Κάσιους, cashew => Κάσιους,