Greek Meaning of establishing

ίδρυση

Other Greek words related to ίδρυση

Definitions and Meaning of establishing in English

Webster

establishing (p. pr. & vb. n.)

of Establish

FAQs About the word establishing

ίδρυση

of Establish

επιδεικνύοντας,αποδεικνύοντας,δείχνει,επιβεβαιώνοντας,τεκμηρίωση,τεκμηριώνω,διατήρηση,διαβεβαιώνοντας,γνησιοποίηση,επιβεβαιώνοντας

διάψευση,ακυρώνοντας,διαψεύδοντας,δυσφημιστική,διάψευση,διάψευσis

establisher => ιδρυτής, established suit => καθιερωμένο κοστούμι, established church => Κρατική Εκκλησία, established => καθιερωμένος, establish => καθιερώστε,