Greek Meaning of establisher
ιδρυτής
Other Greek words related to ιδρυτής
- δημιουργός
- πατέρας
- ιδρυτής
- συγγραφέας
- πατέρας
- Σχεδιαστής
- πατέρας ιδρυτής
- γεννήτρια
- ιδρυτής
- ο εκκινητής
- Ιδρυτής
- εφευρέτης
- δημιουργός
- Πρωτοπόρος
- πρωτοπόρος
- κύριος
- κατασκευαστής
- συνδημιουργός
- Συνιδρυτής
- συνθέτης
- εφευρέτης
- προγραμματιστής
- σχεδιαστής
- συνθέτης
- Καινοτόμος
- (εμπνευστής)
- ιδρυτής
- εισαγωγέας
- διοργανωτής
- παραγωγός
- προωθητής
- ερευνητής
- Spawner
Nearest Words of establisher
Definitions and Meaning of establisher in English
establisher (n.)
One who establishes.
FAQs About the word establisher
ιδρυτής
One who establishes.
δημιουργός,πατέρας,ιδρυτής,συγγραφέας,πατέρας,Σχεδιαστής,πατέρας ιδρυτής,γεννήτρια,ιδρυτής,ο εκκινητής
Μαθητής,μαθητής,μαθητής,Ακόλουθος,οπαδός
established suit => καθιερωμένο κοστούμι, established church => Κρατική Εκκλησία, established => καθιερωμένος, establish => καθιερώστε, est => είναι,