Greek Meaning of deviser

σχεδιαστής

Other Greek words related to σχεδιαστής

Definitions and Meaning of deviser in English

Wordnet

deviser (n)

a person who makes plans

Webster

deviser (n.)

One who devises.

FAQs About the word deviser

σχεδιαστής

a person who makes plansOne who devises.

Σχεδιαστής,εφευρέτης,συγγραφέας,εφευρέτης,δημιουργός,προγραμματιστής,συνθέτης,ιδρυτής,Καινοτόμος,εισαγωγέας

διάφραγμα,φωτοτυπικό μηχάνημα,πολυγραφικό μηχάνημα,Μιμητής,μιμητής,μιμητής

devisee => κληρονόμος, devised => σχεδιασμένο, devise => επινοώ, devisal => εκπόνηση, devisable => Διανεμητέο,