Greek Meaning of creator
δημιουργός
Other Greek words related to δημιουργός
- συγγραφέας
- πατέρας
- ιδρυτής
- εφευρέτης
- πατέρας
- Σχεδιαστής
- ιδρυτής
- πατέρας ιδρυτής
- γεννήτρια
- ο εκκινητής
- Ιδρυτής
- δημιουργός
- Πρωτοπόρος
- πρωτοπόρος
- κατασκευαστής
- συνδημιουργός
- Συνιδρυτής
- συνθέτης
- εφευρέτης
- προγραμματιστής
- σχεδιαστής
- συνθέτης
- ιδρυτής
- Καινοτόμος
- (εμπνευστής)
- ιδρυτής
- εισαγωγέας
- διοργανωτής
- παραγωγός
- προωθητής
- ερευνητής
- κύριος
- Spawner
Nearest Words of creator
- creativity => δημιουργικότητα
- creativeness => Δημιουργικότητα
- creatively => δημιουργικά
- creative thinking => Δημιουργική σκέψη
- creative thinker => δημιουργικός στοχαστής
- creative person => δημιουργικός άνθρωπος
- creative activity => Δημιουργική δραστηριότητα
- creative => δημιουργικός
- creationism => κρεασιονισμός
- creation science => Επιστήμη της δημιουργίας
Definitions and Meaning of creator in English
creator (n)
terms referring to the Judeo-Christian God
a person who grows or makes or invents things
FAQs About the word creator
δημιουργός
terms referring to the Judeo-Christian God, a person who grows or makes or invents things
συγγραφέας,πατέρας,ιδρυτής,εφευρέτης,πατέρας,Σχεδιαστής,ιδρυτής,πατέρας ιδρυτής,γεννήτρια,ο εκκινητής
Μαθητής,μαθητής,μαθητής,Ακόλουθος,οπαδός
creativity => δημιουργικότητα, creativeness => Δημιουργικότητα, creatively => δημιουργικά, creative thinking => Δημιουργική σκέψη, creative thinker => δημιουργικός στοχαστής,