Greek Meaning of involving

περιλαμβάνοντας

Other Greek words related to περιλαμβάνοντας

Definitions and Meaning of involving in English

Webster

involving (p. pr. & vb. n.)

of Involve

FAQs About the word involving

περιλαμβάνοντας

of Involve

απορροφητικός,Συμμετοχικός,συναρπαστικός,ενδιαφέρον,συναρπαστικό,εκπληκτικός,αστείος,συναρπαστικός,καταναλωτικός,απορροφητικός

βαρετό,μονότονο,ξηρός,βαρετό,βαρύς,μονότονος,κουραστικό,κουραστικός,κουραστικός,ανιαρό

involvement => ενεργή συμμετοχή, involvedness => εμπλοκή, involved => εμπλεκόμενος, involutional depression => Καταθλιπτική διαταραχή της μέσης και μεγάλης ηλικίας, involution => αναστροφή,