Greek Meaning of hanging about
να κρέμεται
Other Greek words related to να κρέμεται
- ανατριχιαστικός
- ξεκούραστος
- μαλακίες (έξω)
- χακάρισμα (γύρω)
- Κρεμασμένο (γύρω ή έξω)
- κλωτσώντας γύρω
- χαλαρώνει
- Χαμένος χρόνος
- γυρίζω το δαχτυλάκι μου
- χάσιμο
- άστεγος
- αναβάλλω
- κωλυσιεργία
- βόμβος
- ασήμαντος
- ρελαντί
- τεμπελιά
- επίμονος
- τεμπελιάζω
- τεμπέλιασε
- ανοησίες
- παίζοντας
- σκουντούμπι
- χαλαρωτικό
- ολιγωρία
- Θέρος ύπνος
- πείραγμα (με)
- τεμπέλης
- καθαρισμός
- τριγυρνώ
- αμπαλάρεται (γύρω γύρω)
- βολτάροντας
- πλανόδιος
- νυσταγμένος
- αστείος
- τεμπελιάζω
- χειμάζοντας
- καθυστερημένο
- Στέκομαι ακίνητος
- προσομοίωση
- ασήμαντο
- Περίπατος
- καθυστέρηση
- ασήμαντος
- θερινή νάρκη
- πιθηκισμοί
- βραδέως
- κύκνος
Nearest Words of hanging about
- hanging (at) => κρεμασμένο σε
- hanging (around) => κρεμώντας (γύρω γύρω)
- hanging (around or out) => Κρεμασμένο (γύρω ή έξω)
- hanged (at) => απαγχονισμένος (σε)
- hanged (around or out) => Κρεμασμένος (γύρω ή έξω)
- hangaring => Στάθμευση στο υπόστεγο
- hangared => σε υπόστεγο
- hang one on => κρέμασε ένα
- hang on to => προσκολλώμαι
- hang loose => Χαλάρωσε
Definitions and Meaning of hanging about in English
hanging about
hang sense 12
FAQs About the word hanging about
να κρέμεται
hang sense 12
ανατριχιαστικός,ξεκούραστος,μαλακίες (έξω),χακάρισμα (γύρω),Κρεμασμένο (γύρω ή έξω),κλωτσώντας γύρω,χαλαρώνει,Χαμένος χρόνος,γυρίζω το δαχτυλάκι μου,χάσιμο
υποβάλλων αίτηση,άλεση,ανασκαφή,βιαστικός,εργαζόμενος,αργός,όργωμα,Συνδέοντας,ενασχολούμαι με το σκλάβωμα,εφίδρωση
hanging (at) => κρεμασμένο σε, hanging (around) => κρεμώντας (γύρω γύρω), hanging (around or out) => Κρεμασμένο (γύρω ή έξω), hanged (at) => απαγχονισμένος (σε), hanged (around or out) => Κρεμασμένος (γύρω ή έξω),