Greek Meaning of applied (oneself)

εφαρμοστέος (στον εαυτό του)

Other Greek words related to εφαρμοστέος (στον εαυτό του)

Definitions and Meaning of applied (oneself) in English

applied (oneself)

No definition found for this word.

FAQs About the word applied (oneself)

εφαρμοστέος (στον εαυτό του)

σφυρηλατημένο,εργατικός,σκαμμένος (μακριά),σκάψιμο,σφυρηλάτηση (μακριά),Βάστηξε την πλάτη,Προσδεδεμένος (μακριά),συνέβαλε,επιτέθηκε,δουλεύω σκληρά

Χρεοκοπημενος,αφήνω κάτι,χαλάρωσε,χαλάρωσε (πάνω),χακαρισμένο (γύρω),Κρεμασμένος (γύρω ή έξω),περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω),χαλάρωσε,ηλιοθεραπεία,απογοητευμένος

applications => εφαρμογές, appliances => συσκευές, apple-polishing => (Σαβούριασμα), apple-polishers => Κολάκευση, apple-polisher => Κολακευτής,