Greek Meaning of waded
πέρασε ανάμεσα
Other Greek words related to πέρασε ανάμεσα
- μουτζούρες
- περπατούσε με δυσκολία
- εξήγαγε
- επιτέθηκε
- δοκίμασε
- ασκήθηκε
- ασκούσε
- Υπερκόπω
- σβήνω
- γρατζουνισµένος
- δοκίμασε
- έδαφος (εκτός)
- οδήγησε
- δουλεύω σκληρά
- προσπάθησε
- κουρασμένος
- ξεθάφτηκε
- Κυφωτικός
- έσπευσε
- κοπιαστικός
- τσαπατσουλιάζω
- οργωμένο
- συνδεδεμένο
- υποδουλωμένος
- ιδρώτας
- δούλευε
- δούλευα
- τράβηξε
- εργάστηκε
- σφυρηλατημένο
- εφαρμοστέος (στον εαυτό του)
- εργατικός
- σκαμμένος (μακριά)
- σκάψιμο
- σφυρηλάτηση (μακριά)
- Βάστηξε την πλάτη
- Υπερβολικά καταπονημένος
- Προσδεδεμένος (μακριά)
- συνέβαλε
- δούλεψε σκληρά
- αγωνίστηκε
- επιδίωξε
- αγωνιζόταν
- ιδρωμένος
- Χρεοκοπημενος
- παγωμένο
- καθυστερείν
- αδρανής
- τεμπέλιαζε
- αφήνω κάτι
- τεμπελιάζω
- Ξάπλωνε
- ξεκούραστος
- αποφύγω
- χαλάρωσε
- χαλάρωσε (πάνω)
- ηλιοθεραπεία
- απογοητευμένος
- ασχολήθηκε
- κρεμασμένος
- κρεμασμένος (κρεμασμένη)
- κρεμόταν
- παίζεται
- χαλαρός
- ήρεμος
- περιπαίζω
- έκανε γκάφα
- χακαρισμένο (γύρω)
- Κρεμασμένος (γύρω ή έξω)
- περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω)
- χαλάρωσε
- ξετυλιγμένο
- δίστασε
- σκαλιγرافία
- ανόητα
- μπερδεύουν
- Άχρηστος
- τεμπελιάζει
- χαζολογώντας (γύρω)
- ~~κρεμασμένος~~
- Χαντάκησε
- Έκανε μαimuδιές
- τριγύριζε
- Μαστόρευε (γύρω)
- φυτοζωώ
Nearest Words of waded
Definitions and Meaning of waded in English
waded (imp. & p. p.)
of Wad
of Wade
FAQs About the word waded
πέρασε ανάμεσα
of Wad, of Wade
μουτζούρες,περπατούσε με δυσκολία,εξήγαγε,επιτέθηκε,δοκίμασε,ασκήθηκε,ασκούσε,Υπερκόπω,σβήνω,γρατζουνισµένος
Χρεοκοπημενος,παγωμένο,καθυστερείν,αδρανής,τεμπέλιαζε,αφήνω κάτι,τεμπελιάζω,Ξάπλωνε,ξεκούραστος,αποφύγω
wade => Διασχίζω, waddywood => Ουάντιγουντ, waddying => waders, waddy => βάδι, waddlingly => κουτσουλώντας, κουνώντας τα πόδια,