Greek Meaning of pottered (around)
τριγύριζε
Other Greek words related to τριγύριζε
- έκανε βλακείες
- ανόητα
- χαζολογώντας (γύρω)
- ~~κρεμασμένος~~
- Έκανε μαimuδιές
- παίζεται
- Μαστόρευε (γύρω)
- Κλόουν
- σκαλιγرافία
- Άχρηστος
- Κρεμασμένος (γύρω ή έξω)
- παίζω με άλογα
- περιφέρομαι (ή βγαίνω έξω)
- κλώτσησε γύρω
- Ξάπλωνε
- Χαντάκησε
- περιπαίζω
- καθυστερείν
- αργοπορώ
- Απάτησε (με)
- δίστασε
- αδρανής
- τεμπελιάζω
- κρεμόταν
- μαστόρεψε
Nearest Words of pottered (around)
Definitions and Meaning of pottered (around) in English
pottered (around)
No definition found for this word.
FAQs About the word pottered (around)
τριγύριζε
έκανε βλακείες,ανόητα,χαζολογώντας (γύρω),~~κρεμασμένος~~,Έκανε μαimuδιές,παίζεται,Μαστόρευε (γύρω),Κλόουν,σκαλιγرافία,Άχρηστος
εργατικός,(ορίζω),εγκατεστημένος,Βάστηξε την πλάτη
potter (around) => Αγγειοπλάστης (γύρω-γύρω), potshotting => Κανόνισμα, potshots => Ευκαιριακοί πυροβολισμοί, pots => γλάστρες, potpourris => Ποτ πουρί,