Greek Meaning of lolled
κρεμόταν
Other Greek words related to κρεμόταν
Nearest Words of lolled
Definitions and Meaning of lolled in English
lolled (imp. & p. p.)
of Loll
FAQs About the word lolled
κρεμόταν
of Loll
κρεμασμένος,έπεσε,κρεμασμένος,κρεμασμένος (κρεμασμένη),χαλάρωσε,κατέρρευσε,επισημασμένο,καμπουριασμένος,κατηφής,υποχώρησε
Διατεταμένος,τριαντάφυλλο,άκαμπτος,ίσιωσε,ξεσφιγμένος,ακαμψία
lollardy => Λολλάρδοι, lollardism => Λολλαρδισμός, lollard => Λολάρδος, loll around => λουφάρω, loll => αργολογώ,