FAQs About the word wadding

βάτα

any material used especially to protect somethingof Wad, A wad, or the materials for wads; any pliable substance of which wads may be made., Any soft stuff of l

συμπληρώνω,γέμιση,Συσκευασία,γέμιση,Πλήρωση,επένδυση,παπλωμα,Γέμιση,προσωρινή μνήμη,προφυλακτήρας

επίπεδωση,άνοιγμα,λείανση,εξάπλωση,ξεδιπλώνοντας,ξετύλιγμα

waddies => waddies, waddied => waddied, waddie => Waddie, wadd => μηδέν, wad => βαμβάκι,