Greek Meaning of appetizingly
ορεκτικός
Other Greek words related to ορεκτικός
- ελκυστικά
- ελκυστικά
- όμορφα
- δελεαστικά
- ωραία
- ελκυστικά
- θαυμαστά
- αισθησιακά
- άριστα
- ελκυστικά
- θαυμάσια
- επωφελώς
- ευλογημένος
- νόστιμος
- ευχάριστα
- υπέροχα
- λεπτομερώς
- ευτυχώς
- ένδοξα
- ευτυχισμένος
- βοηθητικά
- μεγαλοπρεπώς
- ευχάριστα
- γοητευτικά
- ονειρικά
- γοητευτικά
- ευχάριστα
- θετικά
- ευτυχώς
- μεγαλοπρεπώς
- ικανοποιητικά
- μεγάλος, καταπληκτικός
- ευτυχώς
- ωραία
- νόστιμο
- ευχάριστα
- ευχάριστα
- όμορφα
- ικανοποιητικά
- υπέροχα
- γλυκά
- Εξαιρετικά
- Καλώς ήλθατε
- καλά
- νικηφόρα
- νόστιμα
- σαγηνευτικά
Nearest Words of appetizingly
- applauds => χειροκροτεί
- applauses => Απλόχειρο κρούσμα
- apple-polish => Μήλο-γυαλιστερό
- apple-polished => Λουστραρισμένος με μήλο
- apple-polisher => Κολακευτής
- apple-polishers => Κολάκευση
- apple-polishing => (Σαβούριασμα)
- appliances => συσκευές
- applications => εφαρμογές
- applied (oneself) => εφαρμοστέος (στον εαυτό του)
Definitions and Meaning of appetizingly in English
appetizingly
appealing to the appetite, appealing to the appetite especially in appearance or aroma, appealing to one's taste
FAQs About the word appetizingly
ορεκτικός
appealing to the appetite, appealing to the appetite especially in appearance or aroma, appealing to one's taste
ελκυστικά,ελκυστικά,όμορφα,δελεαστικά,ωραία,ελκυστικά,θαυμαστά,αισθησιακά,άριστα,ελκυστικά
φρικτά,τρομερά,άσχημα,δυσάρεστα,φοβερά,φρικτά,άρρωστος,σοκαριστικά,αηδιαστικά,τρομερά
appetizers => Ορεκτικά, appetites => ορέξεις, appertained (to) => ανήκε (σε), appertain (to) => Ανήκω, appendages => εξαρτήματα,