Greek Meaning of winningly
νικηφόρα
Other Greek words related to νικηφόρα
- ευχάριστα
- όμορφα
- γοητευτικά
- νόστιμος
- ευχάριστα
- γοητευτικά
- ευχάριστα
- λεπτομερώς
- ένδοξα
- μεγάλος, καταπληκτικός
- ωραία
- ευχάριστα
- ευχάριστα
- όμορφα
- γλυκά
- καλά
- ονειρικά
- υπέροχα
- θετικά
- ευτυχώς
- ικανοποιητικά
- ευτυχισμένος
- μεγαλοπρεπώς
- θαυμαστά
- νόστιμο
- ικανοποιητικά
- υπέροχα
- Εξαιρετικά
- Καλώς ήλθατε
- θαυμάσια
- νόστιμα
- σαγηνευτικά
- επωφελώς
- ελκυστικά
- ελκυστικά
- ευλογημένος
- δελεαστικά
- ευτυχώς
- μεγαλοπρεπώς
- ωραία
- βοηθητικά
- ελκυστικά
- ευτυχώς
- αισθησιακά
- άριστα
- ελκυστικά
- ορεκτικός
Nearest Words of winningly
Definitions and Meaning of winningly in English
winningly (adv.)
In a winning manner.
FAQs About the word winningly
νικηφόρα
In a winning manner.
ευχάριστα,όμορφα,γοητευτικά,νόστιμος,ευχάριστα,γοητευτικά,ευχάριστα,λεπτομερώς,ένδοξα,μεγάλος, καταπληκτικός
φρικτά,τρομερά,άσχημα,δυσάρεστα,φοβερά,φρικτά,άρρωστος,τρομερά,δυσάρεστα,απαίσια
winning streak => Σειρά νικών, winning post => Γραμμή τερματισμού, winning => νίκη, winnew => winnew, winner's circle => κύκλος νικητών,