Greek Meaning of strained

τεταμένος

Other Greek words related to τεταμένος

Definitions and Meaning of strained in English

Wordnet

strained (s)

lacking natural ease

showing signs of mental and emotional tension

lacking spontaneity; not natural

struggling for effect

FAQs About the word strained

τεταμένος

lacking natural ease, showing signs of mental and emotional tension, lacking spontaneity; not natural, struggling for effect

πληγμένος,τεχνητός,υποθετικός,προσχηματικός,υπερβολικός,ψεύτικος,εξαναγκαστικός,μηχανικό,κοροϊδεύω,ψευδο-

ατέχναστος,αυθεντικός,καλή τη πίστει,γνήσιος,φυσικός,πραγματικός,ρεαλιστικός,δεξιά,ειλικρινής,αυθόρμητος

strain gauge => tensiometer, strain gage => Τενσιόμετρο, strain => καταπόνηση, straightway => αμέσως, straight-out => κατευθείαν,