Greek Meaning of unctuous
λιπαρός
Other Greek words related to λιπαρός
- τεχνητός
- διπλό
- ψεύτικος
- κούφιος
- Ανανδρος
- χείλος
- άνευ σημασίας
- ψεύτικος
- ψεύτικη
- ευσεβής
- προσποιημένος
- τεταμένος
- επιφανειακός
- αφύσικος
- πληγμένος
- υποθετικός
- ύπουλα
- προσχηματικός
- πλαστό
- Δολερός
- ανέντιμος
- Διπλωματία
- Διπρόσωπος
- άδειος
- προσποιημένος
- εύγλωττος
- διπρόσωπος
- μιλάω
- αλευρώδης
- μελόδραμα
- μηχανικό
- Δίπρόσωπος
- ΨΕΥΔΕΣ
- μαλακίες
- ψεύτικος-μαϊμού
- ψεύτικος
- κατασκήνωση
- κεκλιμένος
- ανοησίες
- ύπουλος
- ειρωνικός
- εύκολος
- εξαναγκαστικός
- αστείος, ειρωνικός
- Αριστερόχειρας
- φαρισαϊκός
- βάζω
- υποκριτής
- Αυτοδικαιωμαικός
- απάτη
- γνήσιος
- εξομοιωμένο
- ειρωνικός
- ψευδής
- Πεκνιφιανός
Nearest Words of unctuous
Definitions and Meaning of unctuous in English
unctuous (s)
unpleasantly and excessively suave or ingratiating in manner or speech
unctuous (a.)
Of the nature or quality of an unguent or ointment; fatty; oily; greasy.
Having a smooth, greasy feel, as certain minerals.
Bland; suave; also, tender; fervid; as, an unctuous speech; sometimes, insincerely suave or fervid.
FAQs About the word unctuous
λιπαρός
unpleasantly and excessively suave or ingratiating in manner or speechOf the nature or quality of an unguent or ointment; fatty; oily; greasy., Having a smooth,
τεχνητός,διπλό,ψεύτικος,κούφιος,Ανανδρος,χείλος,άνευ σημασίας,ψεύτικος,ψεύτικη,ευσεβής
ατέχναστος,ειλικρινής,γνήσιος,εγκάρδιος,ειλικρινής,ειλικρινής,ειλικρινής,άμεσο,ειλικρινής,ειλικρινής
unctuosity => λιπαρότητα, unctious => λιπαρός, unction => αγιασμός, uncrystallized => μη κρυσταλλωμένος, uncrystallised => μη κρυσταλλοποιημένος,