Greek Meaning of strain gauge
tensiometer
Other Greek words related to tensiometer
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of strain gauge
- strain gage => Τενσιόμετρο
- strain => καταπόνηση
- straightway => αμέσως
- straight-out => κατευθείαν
- straightness => ευθύτητα
- straight-line method of depreciation => Μέθοδος γραμμικής απόσβεσης.
- straight-line method => μέθοδος ευθείας γραμμής
- straight-legged => ευθύγραμμος
- straight-laced => συντηρητικός
- straightlaced => Συντηρητικός
- strained => τεταμένος
- strainer => σουρωτήρι
- strainer vine => Σουρωτής
- straining => Τέντωμα
- strait => πορθμός
- strait and narrow => Στενός και στενός
- strait of calais => Στενό της Καλέ
- strait of dover => Στενό της Μάγχης
- strait of georgia => Πορθμός της Τζόρτζια
- strait of gibraltar => Στενό του Γιβραλτάρ
Definitions and Meaning of strain gauge in English
strain gauge (n)
a gauge for measuring strain in a surface
FAQs About the word strain gauge
tensiometer
a gauge for measuring strain in a surface
No synonyms found.
No antonyms found.
strain gage => Τενσιόμετρο, strain => καταπόνηση, straightway => αμέσως, straight-out => κατευθείαν, straightness => ευθύτητα,