Greek Meaning of straight-out

κατευθείαν

Other Greek words related to κατευθείαν

Definitions and Meaning of straight-out in English

Wordnet

straight-out (s)

without reservation or exception

FAQs About the word straight-out

κατευθείαν

without reservation or exception

απόλυτος,ολοκληρωμένο,διάολε,κατάρατος,ορισμένος,εντελώς,τέλειο,καθαρός,διάφανος,απλός

αμφίβολος,αμφίβολος,κατάλληλος,αμφισβητήσιμος,περιορισμένος,αβέβαιος,αμφίβολος

straightness => ευθύτητα, straight-line method of depreciation => Μέθοδος γραμμικής απόσβεσης., straight-line method => μέθοδος ευθείας γραμμής, straight-legged => ευθύγραμμος, straight-laced => συντηρητικός,