Greek Meaning of sapped

αποκαμωμένος

Other Greek words related to αποκαμωμένος

Definitions and Meaning of sapped in English

Webster

sapped (imp. & p. p.)

of Sap

FAQs About the word sapped

αποκαμωμένος

of Sap

Ασθενής,Αδύναμος,εξασθενημένος,ασθενικός,εξετάζω,εξασθενημένος,ανάπηρος,φτωχός και καταφρονεμένος,στραγγισμένος,εξασθενημένος

αθλητικός,κατάλληλο,σκληρός,ισχυρός,Μυώδης,ισχυρός,ανώμαλος,νευρώδης,σταθερός,γεροδεμένος

sappare => μαραίνομαι, sappan wood => ξύλο σαπανιού, sapote => Σαπότε, sapotaceous => σαποτοειδής, sapotaceae => Σαπώτες,