Greek Meaning of recovering
αναρρώνει
Other Greek words related to αναρρώνει
- καλύτερος
- γιατρεμένος
- βελτιωμένη
- επισκευή
- Αναρρώνων
- αποκατεστημένος
- ανάρρωση
- υγιής
- ανάκαμψη
- εξαρτημένος από κάποιον όρο
- ανθεκτικός
- γενναιόδωρος
- σφριγηλός
- robust
- σταθερός
- σκληρός
- ανθισμένος
- χαρούμενος
- κατάλληλο
- ακμάζων
- FLUSH
- υγιής
- υγιής
- υγιής
- ανώμαλος
- ήχος
- δυνατός
- ακμάζων
- καλά
- ολόκληρος
- υγιεινός
- καλά προσαρμοσμένος
Nearest Words of recovering
Definitions and Meaning of recovering in English
recovering (s)
returning to health after illness or debility
recovering (p. pr. & vb. n.)
of Recover
FAQs About the word recovering
αναρρώνει
returning to health after illness or debilityof Recover
καλύτερος,γιατρεμένος,βελτιωμένη,επισκευή,Αναρρώνων,αποκατεστημένος,ανάρρωση,υγιής,ανάκαμψη,εξαρτημένος από κάποιον όρο
άρρωστος,κακός,κάτω,άρρωστος,αδιάθετος,κορύφωσε,φτωχά,πανκ,άρρωστος, -η, -ο,άρρωστος
recoverer => ανακτήτης, recoveree => αναρρώσας, recovered => ανακτηθεί, recoverable => ανακτήσιμος, recover => ανακτώ,