Greek Meaning of penuriously

φτωχά

Other Greek words related to φτωχά

Definitions and Meaning of penuriously in English

Wordnet

penuriously (r)

in a penurious manner

FAQs About the word penuriously

φτωχά

in a penurious manner

προσεκτικός,φτηνός,φθηνός,κοντά,επιθυμητός,οικονομικός,Ταιριαστός,μέση τιμή,φειδωλός,τσιγκούνης

αλτρουιστικός,άφθονα,άφθονος,φιλανθρωπικός,εξωφρενικός,γενναιόδωρος,όμορφος,σπάταλος,φιλελεύθερος,γενναιόδωρος

penurious => άπορος, penumbrala => Ημιφωτός, penumbral => παρασκιάδης, penumbra => Μισοσκιά, penultimate => προτελευταίος,