Greek Meaning of passé

παρελθόν

Other Greek words related to παρελθόν

Definitions and Meaning of passé in English

passé

outmoded, out-of-date, behind the times, past one's prime, outmoded

FAQs About the word passé

παρελθόν

outmoded, out-of-date, behind the times, past one's prime, outmoded

αρχαϊκός,χρονολογημένος,παρωχημένος,Σκουριασμένος,ξεπερασμένος,εξαφανισμένος,απολιθωμένο,μεσαιωνικός,μεσαιωνικός,Πεθαμένος

Σύγχρονο,τρέχων,μοντέρνος,νέος,καινούργιος,πρόσφατος,φρέσκος,Λειτουργικός,Mod,μοντέρνος

pass muster => Περάσει από έλεγχο, pass (over) => περάσω (πάνω από), pass (on) => διαβιβάζω (σε), pass (into) => περάσει (σε), pass (for) => Πας (για),