Greek Meaning of conspicuousness

εμφάνιση

Other Greek words related to εμφάνιση

Definitions and Meaning of conspicuousness in English

Wordnet

conspicuousness (n)

the state of being conspicuous

high visibility

FAQs About the word conspicuousness

εμφάνιση

the state of being conspicuous, high visibility

επιτακτικός,δραματικός,σημαδεμένος,αισθητός,εξέχων,αξιοσημείωτος,συναρπαστικός,έντονος,εξαιρετικό,διακριτός

κρυμμένος,διακριτικός,λεπτός,απαρατήρητος,Διακριτικός,ασήμαντος,κρυμμένο,αχνός,Αδύναμος,ασήμαντος

conspicuously => οφθαλμοφανής, conspicuous consumption => Επιδεικτική κατανάλωση, conspicuous => εμφανής, conspectus => Επισκόπηση, conspecific => συγγενής,