Greek Meaning of buttoning

κουμπιά

Other Greek words related to κουμπιά

Definitions and Meaning of buttoning in English

Webster

buttoning (p. pr. & vb. n.)

of Button

FAQs About the word buttoning

κουμπιά

of Button

προσκολλημένος,προσάρτηση,τάβλα,δέσιμο,κάμψη,σύσφιξη,σφίξιμο,σφίγγοντας,πριτσίνωμα,αποκόμματα

αποσύνδεσης,αποσυνδέοντας,διαιρών,διαζύγιο,χαλάρωση,χωρισμό,διαχωρίζοντας,διαχωρισμός,σχίση,χωρίζοντας

buttonhook => κουμπόφουστο, buttonhole stitch => κουβελιάζω, buttonhole => Κουμπότρυπα, buttoned-up => κουμπωμένο, buttoned-down => Κουμπωμένος,