Greek Meaning of yoking
ζυγός
Other Greek words related to ζυγός
Nearest Words of yoking
Definitions and Meaning of yoking in English
yoking (p. pr. & vb. n.)
of Yoke
FAQs About the word yoking
ζυγός
of Yoke
συνδυάζοντας,συνδεόμενο,σύζευξη,ολοκληρώνοντας,διασυνδεόμενος,σύνδεση,χορδή,αλυσοποίηση,σύνθετη,Σύνδεση
αποσπώντας,αποσύνδεσης,διαιρών,διαχωρίζοντας,σχίση,απόσυνδεση,απόσπαση,σχίσιμο,αποσύνδεσης,διαχωρισμός
yoke-toed => Λαβάκι, yokemate => Σύντροφος παιχνιδιού, yokel-like => αγροτικός, yokelish => yokelish, yokelet => ζυγός,