FAQs About the word cleaving

σχίσιμο

of Cleave, of Cleave

προσκολλημένος,προσκολλημένος,κολλώδης,Κόλλημα,κόλληση,υλοτομία,υποχρεωτικός,συνεκτικός,στερέωση,Τήξη

πτώση,πτώση,χαλάρωση

cleavers => τσεκούρι, cleaver => σκεπάρνι, cleavelandite => Κλιβλανδίτης, cleaved => σχισμένο, cleave => σχίζω,