Greek Meaning of articulating

αρθρώνω

Other Greek words related to αρθρώνω

Definitions and Meaning of articulating in English

Webster

articulating (p. pr. & vb. n.)

of Articulate

FAQs About the word articulating

αρθρώνω

of Articulate

αρθρωτός,μιλώντας,ομιλώντας,εκθέτοντας,κοινωτικός,εύγλωττος,εκτατικός,άπταιστα,φλύαρος,Ομιλία

άναρθρος,βουβός,άφωνος,άηχος,ασυνεπής,ακατανόητος,άλαλος

articulateness => Αρθρότητα, articulately => αρθρωτά, articulated lorry => Αρθρωτό φορτηγό, articulated ladder => Αρθρωτή σκάλα, articulated => αρθρωτά,