Greek Meaning of wrongheadedly

λανθασμένα

Other Greek words related to λανθασμένα

Definitions and Meaning of wrongheadedly in English

Wordnet

wrongheadedly (r)

in a wrongheaded manner

FAQs About the word wrongheadedly

λανθασμένα

in a wrongheaded manner

αντίθετος,προκλητικός,επαναστάτης,επαναστατημένος,ανθεκτικό,άκαμπτος,πεισματάρης,εκούσιος,αμετάπειστος,κακός

συγκαταβατικός,ευχάριστος,φιλικός,συμπεριφέρεται,συνεταιρισμός,σεβαστικός,ευγενικός,με αυτοπειθαρχία ,διαχειρίσιμος,προθυμος

wrongheaded => εσφαλμένη, wronghead => επίμονος, wrongfulness => αδικία, wrongfully => αδίκως, wrongful death => Παράνομος θάνατος,